Πέμπτη 20 Μαΐου 2010

Διαρθρωτικές αλλαγές, ας ξεκινήσουμε από τα απλά

Αφορμή για το κείμενο αυτό υπήρξε δημοσίευμα του Στ.Μάνου, σε ανύποπτο χρόνο (02/03/2010) όπου υποστηρίζει κάτι αυτονόητο: πόσο σε τάξη θα έβαζε τα οικονομικά των υπαλλήλων και των επιχειρήσεων – συμπεριλαμβανομένου του δημοσίου – η ενσωμάτωση του 13ου - 14ου μισθού στη μηνιαία μισθοδοσία. Η συζήτηση, από την εποχή του κυρίου Σημίτη, βρήκε την πλήρη άρνηση των συνδικάτων. Σήμερα, η κυβέρνηση κατάργησε ουσιαστικά τους δύο αυτούς μισθούς στο δημόσιο και έπεται η κατάργησή τους στον ιδιωτικό τομέα προσεχώς.
Πόσο σημαντικό είναι; Κατά τη γνώμη μου πολύ! Δεν έχει να κάνει με τη μετάφραση σε χρήμα αυτών των λέξεων. Έχει να κάνει με το πρόσωπο του - κατά Χατζιδάκι - «τέρατος», ενός άσχημου μέτρου που μάθαμε να το λατρεύουμε ως ιερό!
Ας εξετάσουμε τα μαθηματικά του θέματος. Οι δύο αυτοί μισθοί ανέρχονται στο 1/7 ή 14,3% των ετησίων απολαβών. Εάν μοιράσουμε αυτό το ποσοστό στους 12 μήνες, θα είχαμε μία αντίστοιχη αύξηση του μισθού. Επίσης ομοίως θα ανακατανέμονταν και οι αντίστοιχες εισφορές προς το ΙΚΑ. Θα γλιτώναμε γραφειοκρατία, διαχειριστικά έξοδα και διαφάνεια. Το ΙΚΑ και οι εργοδότες, θα απομείωναν κατά 14,3% τις μεταξύ τους λογιστικές πράξεις. Αλλά το σημαντικότερο: ο εργαζόμενος θα μπορούσε να είναι διαχειριστής του μισθού του. Δεν είναι όλες οι ανάγκες των εργαζομένων ίδιες και είναι λάθος να νομίζουμε ότι τα σημερινά επιδόματα αντιστοιχούν στις εποχικές ανάγκες μιας οικογένειας. Γνωρίζουμε, π.χ. ότι ο Σεπτέμβρης βαραίνει ιδιαιτέρα στον οικογενειακό προϋπολογισμό, περισσότερο από το Πάσχα. Γνωρίζουμε επίσης πως συχνά το επίδομα των Χριστουγέννων κλείνει τρύπες (δάνεια, χρέη) όλου του έτους. Γιατί λοιπόν επιμένουμε σε αυτή πρακτική;
Δυστυχώς στην Ελλάδα ο συνδικαλισμός κοιτάει πάντα πίσω. Κάθε προσπάθεια εξορθολογισμού της διοίκησης βρήκε πάντα την απόλυτη αντίθεση του. Σήμερα στο δημόσιο, το 60-70% του μισθού πλάθεται από επιδόματα. Για τον συνδικαλισμό κάθε μέτρο αλλαγής αυτής της κατάντιας θεωρείται ότι είναι επιβαρύνει τον εργαζόμενο. Το κίνημα αυτό ταυτίζει όλους τους εργαζόμενους με έναν ανάπηρο, καθυστερημένο, ανειδίκευτο εργάτη. Που σημαίνει: Άρνηση αξιολόγησης, άρνηση αντιστοίχισης των απολαβών στην πραγματική εργασία του κάθε εργαζόμενου. Αυτή η άρνηση διαφοροποίησης της ταυτότητας του έχει καταδικάζει τελικά την ανάπτυξη.
Το σύστημα βέβαια ταλαιπωρείται. Είναι καθεστώς στις επιχειρήσεις ένα τμήμα από τους μισθούς να δίδεται μαύρα. Εάν δηλωνόταν, οι εισφορές και η φορολόγηση επ’ αυτού γίνονται δυσανάλογες σε σχέση με αυτό καθ’ αυτό το ποσό. Επιπλέον, με το ισχύον συνταξιοδοτικό που στον υπολογισμό της σύνταξης μετρούν μόνο τα τελευταία πέντε χρόνια της καριέρας, ο εργαζόμενος δεν ενδιαφέρεται να τις δηλώσει αφού δεν έχει να κερδίσει τίποτα. Βλέπουμε δηλαδή πως μια σαθρή κατάσταση ανακυκλώνεται και στο τέλος κακοφορμίζει.
Στην Οικοδομή, το σύστημα έχει κακοφορμίσει προ πολλού. Τα οικοδομικά ένσημα κυμαίνονται από 46 έως 90 ευρώ στο ημερομίσθιο των 35 έως 70 ευρώ, αναλόγως ειδικότητας και εμπειρίας. Απαιτείται δηλαδή ο υπερδιπλασιασμός του μισθού προκειμένου να καλυφθούν οι εισφορές. Έτσι, οι εργοδότες (όλοι δηλ. όταν χτίζουμε οτιδήποτε…) αναγκάζονται να εισφορο-διαφεύγουν σε ένα μεγάλο μέρος! Συνέπεια οι εργαζόμενοι να μην συμπληρώνουν ένσημα είτε για σύνταξη είτε για την άδεια παραμονής τους (όταν είναι αλλοδαποί). Τελικά παραμένουν ανασφάλιστοι, οι μεγάλοι σε ηλικία οικοδόμοι αναγκάζονται να αγοράζουν ένσημα προκειμένου να βγάλουν σύνταξη και στους αλλοδαπούς, επιτράπηκε να πληρώνουν ένσημα στους δήμους (κάτι σαν αυτό-διοικητικό νταβατζιλίκι). Αντίθετα, θα μπορούσαν να προσλαμβάνονται μηνιαίως ή εβδομαδιαίως, με φυσιολογικές εισφορές (40% και όχι 120% του μισθού τους) και έτσι να κανονιστεί άνευ κόστους το σύστημα.
Σας προτείνω λοιπόν να ξανασκεφτούμε πάνω στα απλά, τα πιο ανέξοδα, αναπτυξιακά μέτρα! Όσο για τα πολύπλοκα, ας τα αφήσουμε για αργότερα ή όταν θα έχουμε χρήματα…

Δεν υπάρχουν σχόλια: